Το ρινόφυμα αποτελεί μια, βαριάς μορφής, υπερπλασία των σμηγματογόνων αδένων της μύτης. Θεωρείται τελικό στάδιο της νόσου του δέρματος, που ονομάζεται ροδόχρους ακμή.
Τα αίτια, πάντως, που το προκαλούν, δεν είναι πλήρως κατανοητά. Ενοχοποιούνται γενετικοί αλλά και περιβαλλοντικοί παράγοντες. Η συσχέτιση του ρινοφύματος με την κατανάλωση αλκοόλ, δεν έχει αποδειχθεί επιστημονικά. Φαίνεται να προτιμά, κυρίως, τους άνδρες άνω των 40, που έχουν ανοιχτόχρωμο δέρμα. Γενικά, είναι καλοήθης πάθηση, η οποία όμως μπορεί να επηρεάσει την ομαλή λειτουργία της μύτης.
Η διάγνωση του ρινοφύματος βασίζεται, αποκλειστικά, στην κλινική εικόνα. Οι σμηγματογόνοι αδένες διογκώνονται και γεμίζουν με κερατίνη, δίνοντας στη μύτη χαρακτηριστική δυσμορφία. Η μύτη πρήζεται και κοκκινίζει, οι πόροι του δέρματος διαστέλλονται και η επιφάνειά της καθίσταται ανώμαλη. Εάν το ρινόφυμα αφεθεί χωρίς θεραπεία, το μέγεθος της μύτης συνεχώς αυξάνεται και το σχήμα της παραμορφώνεται.
Η θεραπεία του ρινοφύματος θεωρείται επιβεβλημένη λόγω της συνεχούς υπερτροφίας, η οποία μπορεί να επηρεάσει την αναπνευστική λειτουργία αλλά και λόγω του ''κοινωνικού'' στιγματισμού. Περιλαμβάνει την αφαίρεση των υπερπλαστικών στοιχείων και του πλεονάζοντος ιστού με χειρουργικό μαχαιρίδιο, δερμοαπόξεση , Laser CO2 ή/και σε συνδυασμό.
Διατροφικές συνήθειες (πικάντικες τροφές), περιβαλλοντικά ερεθίσματα (υπερβολική έκθεση στον ήλιο) και άγχος, θα πρέπει να αποφεύγονται γιατί θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν την επανεμφάνιση του ρινοφύματος.