Ως τραύμα, χαρακτηρίζεται η λύση της συνέχειας του δέρματος από παράγοντες, που οφείλονται σε κάκωση, νόσο, χειρουργική επέμβαση κ.ά.
Η αποκατάσταση του τραύματος γίνεται, είτε με την αναγέννηση εξειδικευμένων ιστών, είτε με τη δημιουργία νεόπλαστου ιστού που ονομάζεται ουλή. Η όλη διαδικασία ονομάζεται επούλωση.
Η επούλωση περιλαμβάνει διάφορες φάσεις, οι οποίες εξελίσσονται χρονικά ταυτόχρονα, χωρίς να απαιτείται η περάτωση της μιας για την έναρξη της επόμενης. Ωστόσο, για την ενεργοποίηση των φάσεων επούλωσης, προηγούνται προκαταρκτικές διεργασίες, οι οποίες οφείλονται στην απελευθέρωση ουσιών που ονομάζονται αυξητικοί παράγοντες. Επειδή η επούλωση μπορεί να επιβραδυνθεί ή/και να ανασταλεί από διάφορους παράγοντες, η επιστημονική έρευνα στοχεύει, από πολλά χρόνια, στην παραγωγή και χρήση εξωγενών αυξητικών παραγόντων.
Ο όρος επούλωση δεν καλύπτει πλήρως όλα τα τραύματα, όπως π.χ τα επιφανειακά, αφού αυτά αποκαθίστανται χωρίς την παραγωγή ουλώδους ιστού. Έχει επικρατήσει, παρόλα αυτά, η χρήση του, για το σύνολο των τραυμάτων.
Τα τραύματα επουλώνονται, είτε κατά πρώτο σκοπό, όταν συμπλησιάζονται τα χείλη τους με συρραφή, είτε κατά δεύτερο σκοπό, όταν υπάρχει σημαντική απόσταση μεταξύ των χειλέων του τραύματος.
Η Πλαστική Επανορθωτική Χειρουργική καλείται, πολύ συχνά, να εφαρμόσει μεθόδους σύγκλεισης δύσκολων και πολύπλοκων τραυμάτων, ώστε να αποκαταστήσει τη συνέχεια των ιστών και να επαναφέρει τη λειτουργικότητα του οργανισμού. Βασική αρχή, που διέπει τη χειρουργική τεχνική, είναι η αντιμετώπιση της βλάβης με τον πιο απλό τρόπο. Για το λόγο αυτό, έχει οικοδομηθεί μια κλίμακα αποκατάστασης, που καλύπτει όλα τα είδη του τραύματος, από τα πιο απλά μέχρι τα σύνθετα και περιλαμβάνει:
- την απλή συρραφή του τραύματος
- τη λήψη και εφαρμογή δερματικού μοσχεύματος ( μερικού ή ολικού πάχους)
- την κινητοποίηση μεγάλου αριθμού κρημνών*, διαφόρων ειδών, μισχωτών και ελεύθερων
*κρημνός = τμήμα ιστών που μπορεί να μετατοπιστεί από μια περιοχή του σώματος σε άλλη.